Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Σήμανε η ώρα του τέλους για το ευρωπαϊκό όνειρο

Είχαν τελικά δίκιο οι ευρωσκεπτικιστές; Φτάνει άραγε σε αδιέξοδο και αποδεικνύεται εντέλει ουτοπικό το όνειρο μιας ενωμένης Ευρώπης, που γεννήθηκε από το φόβο ενός ακόμα ευρωπαϊκού πολέμου και συντηρήθηκε από την ιδεαλιστική ελπίδα πως το κράτος-έθνος είχε πια ξεπεραστεί;

Επιφανειακά, η σημερινή κρίση της Ευρώπης, που μερικοί προβλέπουν πως θα διαλύσει την Ευρώπη, είναι οικονομική. Ο Ζακ Ντελόρ, ένας εκ των αρχιτεκτόνων του ευρώ, ισχυρίζεται πλέον πως η ιδέα του κοινού νομίσματος ήταν μεν καλή, αλλά ήταν η «υλοποίησή» του που αποδείχθηκε προβληματική, καθώς οδήγησε στην υπερχρέωση τις φτωχότερες χώρες.

Αλλά η αλήθεια είναι πως η κρίση της Ευρώπης στον πυρήνα της είναι πολιτική. Στα κυρίαρχα κράτη-έθνη, που έχουν το δικό τους εθνικό νόμισμα, οι πολίτες ευχαρίστως δέχονται να πηγαίνουν οι φόροι τους στις φτωχότερες περιοχές της χώρας. Έτσι εκδηλώνεται η εθνική αλληλεγγύη και το αίσθημα πως οι πολίτες της χώρας είναι «όλοι μαζί στο ίδιο καράβι» και πως σε περιόδους κρίσης είναι έτοιμοι να θυσιάσουν τα ατομικά τους συμφέροντα στο βωμό του κοινού καλού.

Φυσικά, ακόμα και στα κράτη-έθνη αυτό δεν είναι πάντοτε αυτονόητο. Πολλοί βόρειοι Ιταλοί δεν επιθυμούν να χρηματοδοτούν τη φτωχότερη νότια Ιταλία. Οι ευπορότεροι Φλαμανδοί του Βελγίου δυσανασχετούν που εξαναγκάζονται να επιδοτούν το ταμείο ανεργίας των Βαλόνων. Αλλά πάντως, σε γενικές γραμμές, στα δημοκρατικά κράτη, όπως ακριβώς οι πολίτες αποδέχονται να κυβερνιούνται από όποιον νίκησε στις τελευταίες εκλογές, παρομοίως θεωρούν την οικονομική αλληλεγγύη ως φυσιολογική έκφραση της εθνικής τους ταυτότητας.

Αλλά καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) δεν είναι ούτε κράτος-έθνος, ούτε δημοκρατία, δεν υπάρχει «ευρωπαϊκός λαός» που να προσβλέπει στην ΕΕ στους δύσκολους καιρούς.

Οι πλούσιοι Γερμανοί και Ολλανδοί δε θέλουν να «πληρώσουν το μάρμαρο» της οικονομικής δυσπραγίας στην οποία βρίσκονται σήμερα οι Έλληνες, οι Πορτογάλοι και οι Ισπανοί. Αντί να επιδεικνύουν αλληλεγγύη, προτιμούν την ηθικολογία, και παρουσιάζουν όλα τα προβλήματα της μεσογειακής Ευρώπης ως αποτέλεσμα της τεμπελιάς των ιθαγενών ή της έμφυτης κλίσης τους προς τη διαφθορά. Το αποτέλεσμα είναι οι ηθικολόγοι να κινδυνεύουν να ρίξουν το ταβάνι του ευρωπαϊκού οικοδομήματος πάνω στα κεφάλια των Ευρωπαίων, και να υποδαυλίσουν την εθνικιστική απειλή που η ΕΕ κατασκευάστηκε για να αποτρέψει.
Η Ευρώπη χρειάζεται βελτιώσεις πολιτικές, τουλάχιστο όσο και οικονομικές. Όσο κι αν είναι κλισέ, δεν παύει να είναι αλήθεια πως η ΕΕ υποφέρει από «δημοκρατικό έλλειμμα». Το πρόβλημα είναι πως μέχρι σήμερα η δημοκρατία λειτούργησε μόνο εντός κρατών-εθνών. Τα κράτη-έθνη δε είναι πάντα ενιαία πολιτιστικά, ούτε καν γλωσσικά. Δείτε π.χ. την Ελβετία ή την Ινδία. Δεν είναι επίσης όλα δημοκρατίες: μου 'ρχονται στο μυαλό η Κίνα, το Βιετνάμ, η Κούβα. Αλλά η δημοκρατία χρειάζεται απαραιτήτως να έχουν οι πολίτες το αίσθημα πως ανήκουν σε μια ενιαία οντότητα.

Είναι δυνατό κάτι τέτοιο στην υπερεθνική ΕΕ; Αν η απάντηση είναι αρνητική, ίσως να είναι προτιμότερο να αποκατασταθεί η εθνική κυριαρχία των μεμονωμένων ευρωπαϊκών κρατών-μελών, να εγκαταλειφθεί το κοινό νόμισμα και μαζί ένα όνειρο που κινδυνεύει να μετατραπεί σε εφιάλτη.

Αυτή ακριβώς είναι η άποψη των πιο ριζοσπαστικών ευρωσκεπτικιστών, εκείνων της Βρετανίας, που εξάλλου εξαρχής ουδέποτε ασπάσθηκαν το όνειρο της ενωμένης Ευρώπης. Είναι εύκολο να απαξιώνεται η στάση τους ως τυπική ένδειξη του βρετανικού σοβινισμού, ως η αναμενόμενη συμπεριφορά ενός νησιωτικού λαού συνηθισμένου να ζει σε πλήρη απομόνωση κ.λπ. Αλλά προς υποστήριξή τους, ας θυμηθούμε πως οι Βρετανοί διαθέτουν μακροβιότερη και επιτυχέστερη δημοκρατία από τους περισσότερους λαούς της ηπειρωτικής Ευρώπης.

Από την άλλη, ακόμα κι αν η διάλυση της Ευρώπης ήταν δυνατή, το κόστος της θα ήταν δυσβάσταχτο. Η εγκατάλειψη του ευρώ π.χ. θα ισοπέδωνε το τραπεζικό σύστημα της ηπείρου και θα έπληττε εξίσου τη Γερμανία και τον εύπορο βορά όσο και τις ταλανιζόμενες χώρες του νότου. Κι αν το έργο της ανάκαμψης της ελληνικής και της ιταλικής οικονομίας εντός της ευρωζώνης προβλέπεται επώδυνο, σκεφθείτε τι θα ήταν η προσπάθειά τους να αποπληρώσουν τα χρέη τους, που υπολογίζονται σε ευρώ, με υποτιμημένες... δραχμές και λιρέτες.

Αλλά πέραν των οικονομικών επιπτώσεων, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να εκμηδενισθούν όλα τα οφέλη που έφερε η ΕΕ, ιδίως όσον αφορά την επιρροή της Ευρώπης στον κόσμο. Μεμονωμένα, τα ευρωπαϊκά κράτη θα είχαν πολύ περιορισμένη σημασία στις παγκόσμιες υποθέσεις. Ενωμένα, μετράνεακόμα αρκετά.

Μόνη εναλλακτική λύση στη διάλυση της ΕΕ είναι η ενίσχυσή της: η συνένωση των δημοσίων χρεών των κρατών-μελών και η θέσπιση ενός ευρωπαϊκού υπουργείου οικονομικών. Για να δεχτούν κάτι τέτοιο όμως οι Ευρωπαίοι πολίτες, η ΕΕ χρειάζεται περισσότερη δημοκρατία. Αλλά αυτό εξαρτάται από την ισχύ που έχει το συναίσθημα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, που δεν πρόκειται βέβαια να προέρθει από τους εθνικούς ύμνους, τις σημαίες και τα υπόλοιπα επινοήματα των γραφειοκρατών των Βρυξελλών.

Οι εύποροι Ευρωπαίοι θα χρειαστεί να πειστούν πως είναι προς το συμφέρον τους να στηριχτεί και να ενισχυθεί η ΕΕ -όπως και είναι πράγματι. Στο κάτω-κάτω, αυτές είναι που επωφελήθηκαν περισσότερο από το ευρώ, που τους επέτρεψε να εξάγουν φθηνά τα προϊόντα τους στους νοτιοευρωπαίους. Αν και το έργο της συνηγορίας υπέρ της εξέλιξης αυτής πέφτει στις πλάτες των ντόπιων πολιτικών, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί των Βρυξελλών, του Λουξεμβούργου και του Στρασβούργου χρειάζεται επίσης να προσεγγίσουν περισσότερο στους Ευρωπαίους πολίτες.

Ίσως οι Ευρωπαίοι να πρέπει να επιλέγουν οι ίδιοι τα μέλη της «ευρωπαϊκής επιτροπής», από υποψηφίους που θα ζητούν την ψήφο πολιτών διαφορετικής υπηκοότητας από τη δική τους. Ίσως να έπρεπε οι Ευρωπαίοι να εκλέγουν τον πρόεδρό τους.

Η δημοκρατία σε ένα συνονθύλευμα 27 κρατών-εθνών μπορεί να μοιάζει με τρελό όνειρο -κι ίσως να είναι ακριβώς αυτό. Αλλά για όσους δεν είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν το όραμα μιας ενωμένης Ευρώπης, αξίζει οπωσδήποτε τον κόπο να τη δοκιμάσουν.

Εξάλλου, ποιος ακριβώς μπορεί να πει τι είναι δυνατό; Δείτε τις ποδοσφαιρικές ομάδες, τον πιο αυτάρκη, έως και φυλετικό θεσμό του σημερινού κόσμου. Εδώ και τριάντα χρόνια, ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πως δύο από τις δημοφιλέστερες ποδοσφαιρικές ομάδες του Λονδίνου, η 'Αρσεναλ και η Τσέλσι, θα είχαν αντιστοίχως προπονητές από τη Γαλλία και την Πορτογαλία και παίκτες από την Ισπανία, τη Γαλλία, την Πορτογαλία, τη Βραζιλία, τη Ρωσία, τη Σερβία, την Τσεχία, την Πολωνία, το Μεξικό, την Γκάνα, τη Νότιο Κορέα, την Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Νιγηρία και την Ακτή Ελεφαντοστού; Αναιέχουν κι έναν ή δύο Βρετανούς!
Ο Ian Buruma είναι καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου